συνάγκεια

συνάγκεια
η, ΝΑ
νεοελλ.
διεθν. δίκ. η γραμμή που ακολουθεί ο μέσος ρους ποταμού ως σύνορο δύο παρόχθιων κρατών
αρχ.
κοίλος τόπος, φαράγγι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν-* + -άγκεια (< -αγκης < ἄγκος «ορεινή κοιλάδα»), πρβλ. ευάγκεια, μισγ-άγκεια)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • συναγκείᾳ — συναγκείᾱͅ , συνάγκεια fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάγκεια — fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγκείας — συναγκείᾱς , συνάγκεια fem acc pl συναγκείᾱς , συνάγκεια fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυναγκείᾳ — συναγκείᾱͅ , συνάγκεια fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνάγκεια — συνάγκεια , συνάγκεια fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγκειῶν — συνάγκεια fem gen pl συνανάκειμαι recline together fut part act masc nom sg (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγκείαις — συνάγκεια fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγκείαισι — συνάγκεια fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάγκειαι — συνάγκεια fem nom/voc pl συνανάκειμαι recline together pres ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάγκειαν — συνάγκεια fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”